- ειδωλοσκόπιο
- τοσυσκευή από αδιαφανή σωλήνα με κάτοπτρα μέσα του σε τέτοια διάταξη, ώστε μικρά έγχρωμα ασύμμετρα αντικείμενα τοποθετημένα μέσα στο σωλήνα να δημιουργούν συμμετρικά σχήματα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.